Μια σωρεία συγκλονιστικών εξομολογήσεων και καταγγελιών προς τις αρμόδιες αρχές έχουν τον τελευταίο καιρό απασχολήσει την κοινή γνώμη που παρακολουθεί μουδιασμένη ιστορίες ανθρώπων που κακοποιήθηκαν σωματικά και ψυχικά. Ανθρώπων που παλεύουν να επουλώσουν τα τραύματά τους και να βρουν δικαιοσύνη.
Κι ενώ σύσσωμη η κοινωνία δείχνει την συμπαράστασή της και η πολιτεία τα άμεσα αντανακλαστικά της για την αποκατάσταση των κενών στο νομοθετικό πλαίσιο, τα θύματα ειδεχθών πράξεων κατά της γενετήσιας αξιοπρέπειας έχουν να αντιμετωπίσουν εκτός από τους δαίμονές τους, την πολιτική υποκρισία από μερίδα του πολιτικού κόσμου, οι εκπρόσωποι της οποίας μονοπωλούν και «πλασάρουν» επί χρόνια μια επίπλαστη κοινωνική ευαισθησία και αλληλεγγύη.
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης διάλεξε για ακόμα μια φορά να χρησιμοποιήσει με χυδαίο και υποκριτικό τρόπο την τραγωδία που βίωσαν άνθρωποι για να δημιουργήσει στρεβλές εντυπώσεις και φθηνές κατηγορίες για δήθεν συγκαλύψεις σε βάρος της Κυβέρνησης.
Ξεχνά όμως πως δεν ακολουθούν όλες οι Κυβερνήσεις την τακτική του «κρύβω κάτω από το χαλί» τα προβλήματα υπό το φόβο του πολιτικού κόστους όπως έκανε επί των ημερών του με την υπόθεση της πρεσβείας της Βενεζουέλας. Η εμπλοκή του κ. Τσίπρα και στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ αποδείχθηκε πέραν πάσης αμφιβολίας με το πόρισμα που εξέδωσε ο Συνήγορος του Πολίτη: εκεί αποκαλύφθηκε η ωμή παρέμβαση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης με την επιστολή που απέστειλε στον Μαδούρο και ανέφερε ότι οι εργαζόμενες «επέδειξαν πολιτική ωριμότητα» με το να μη δημοσιοποιήσουν τις ειδεχθείς παρενοχλήσεις που δέχθηκαν.
Ξεχνά το σάλο που δημιουργήθηκε με την διάταξη περί βιασμού κατά την τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα το καλοκαίρι του 2019 που διέκρινε τις πράξεις βιασμού σε κακουργηματικού και πλημμεληματικού χαρακτήρα. Ξεχνά τις αντιδράσεις που επέσυρε η διάταξη αυτή ακόμα και από τη Διεθνή Αμνηστία που χαρακτήριζε απαράδεκτη την παρ’ ολίγον διάταξη του αρ. 336 του Ποινικού Κώδικα, η οποία θα δημιουργούσε δυσθεώρητα προβλήματα στην πρόσβαση των θυμάτων στη Δικαιοσύνη.
Η σημερινή Κυβέρνηση από την πρώτη στιγμή έδειξε την έμπρακτη συμπαράστασή της στα θύματα κακοποιητικών συμπεριφορών επανεξετάζοντας το νομοθετικό καθεστώς για εγκλήματα κατά της γενετήσιας αξιοπρέπειας. Απέδειξε έτσι με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο πως είναι αποφασισμένη να δημιουργήσει ένα πλαίσιο που να μπορεί να διευκολύνει όσο το δυνατόν περισσότερο την πρόσβαση των θυμάτων στη δικαιοσύνη.
Το ίδιο πράξαμε και ως ΟΝΝΕΔ: προ ημερών επισκέφθηκα τον Υπουργό Δικαιοσύνης καταθέτοντάς του ένα πλέγμα προτάσεων που αφορούν την αυστηροποίηση των απειλούμενων πλαισίων ποινών που προβλέπονται από τον Ποινικό Κώδικα για ασελγείς πράξεις κατά ανηλίκων και την προσθήκη στον Ποινικό Κώδικα μιας επιπλέον επιβαρυντικής περίστασης σε ό,τι αφορά το έγκλημα του βιασμού, η οποία θα αναφέρει πως όταν το θύμα είναι ανήλικο, θα επιβάλλεται στο δράστη ισόβια κάθειρξη. Προτείναμε επίσης τη δημιουργία ενός νέου θεσμικού πλαισίου υποστήριξης και προστασίας των θυμάτων ώστε να διευκολύνεται η προσφυγή τους στη Δικαιοσύνη με τη συνδρομή ειδικά εκπαιδευμένων ανακριτικών υπαλλήλων, αλλά και εξειδικευμένων ψυχολόγων και ψυχιάτρων.
Ο Υπουργός εκδήλωσε την πρόθεση να υιοθετήσει τις προτάσεις μας και τις προώθησε άμεσα στην Διαρκή Επιτροπή παρακολούθησης του Ποινικού Κώδικα. Δημιουργούνται έτσι οι προϋποθέσεις για μια πρωτοβουλία που μπορεί να συμβάλει στην ουσιαστική αλλαγή διατάξεων προς όφελος των θυμάτων. Αυτός άλλωστε είναι και ο δικός μας σκοπός, να μπορέσουμε με τις παρεμβάσεις μας να καταφέρουμε να βοηθήσουμε με κάθε δυνατό τρόπο τα θύματα τέτοιων εγκλημάτων.
Οι καταγγελίες που παίρνουν μορφή χιονοστιβάδας είναι ένα ζήτημα πάρα πολύ σοβαρό και η Δικαιοσύνη καλείται να ρίξει φως. Η υποκρισία και οι μικροκομματικοί χειρισμοί όχι μόνο δεν βοηθούν, αλλά εμποδίζουν να αντιμετωπιστεί ένα τόσο σημαντικό πρόβλημα που πλήττει την αξιοπρέπεια, την σωματική και ψυχική ακεραιότητα των ανθρώπων.
Η Κυβέρνηση από την πρώτη στιγμή ακολούθησε ως όφειλε τον δρόμο της συνταγματικής τάξης: επέτρεψε τη Δικαιοσύνη να κάνει τη δουλειά της. Έκανε και κάτι ακόμα: προέτρεψε όλα ανεξαιρέτως τα θύματα να μιλήσουν εκεί που πρέπει, δηλαδή στους δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς. Αντίθετα, η αντιπολίτευση αναζήτησε δεξιούς θύτες και αριστερά θύματα. Και μπορεί η διάκριση να είναι στη φαντασία της, η ζημιά όμως είναι πραγματική. Ποιους ζημίωσε; Όλους ανεξαιρέτως.
Πρέπει να το πούμε καθαρά: δεν είναι λύση ούτε το κουκούλωμα, ούτε η απόδοση κατηγοριών με βάση το κομματικό συμφέρον. Οι λύσεις δίνονται όταν η πολιτεία, όπως και γίνεται σήμερα, ενσκήψει έγκαιρα και αποφασιστικά πάνω από το πρόβλημα και δημιουργήσει τρόπους να ανακουφιστούν όλοι οι άνθρωποι που υπέφεραν από τέτοιες εγκληματικές πράξεις. Τότε θα αποδοθεί δικαιοσύνη – και θα είναι δικαιοσύνη για όλους.
Ο Παύλος Μαρινάκης είναι Δικηγόρος και πρόεδρος της ΟΝΝΕΔ