Αφού καταργήθηκε το άσυλο για να μπορεί να παρεμβαίνει η αστυνομία όταν υπάρχουν έκνομες πράξεις γιατί χρειάζεται και ένα ειδικό σώμα εντός των ιδρυμάτων; Κάποιοι απαντούν απλώς για να γίνουν προσλήψεις ειδικών φρουρών.
Η κατάργηση του ασύλου ανομίας στα Πανεπιστήμια αποτέλεσε μια εμβληματική μεταρρύθμιση, αναγκαία εδώ και χρόνια, που απαλλάσσει τα εκπαιδευτικά μας ιδρύματα από κάθε εμπόδιο απέναντι στην πρόοδο, τη γνώση και την έρευνα. Η εγκληματικότητα στα Πανεπιστήμια είναι ένα γεγονός το οποίο έχει απασχολήσει πολλές φορές την κοινή γνώμη και όλοι μας – είτε ως φοιτητές, είτε εκτός πανεπιστημίων – έχουμε γίνει μάρτυρες περιστατικών βίας και εγκληματικών ενεργειών.
Και παλιότερα είχαν γίνει ανάλογες προσπάθειες για να εξασφαλιστεί η εύρυθμη λειτουργία του πανεπιστημίου και η νομιμότητα αλλά χωρίς θωρακισμένο πλαίσιο, με αποτέλεσμα να μπορούν οι γνωστοί- άγνωστοι να συνεχίζουν να δρουν ανενόχλητοι. Το ειδικό σώμα φύλαξης που θα μπορεί να ανταποκριθεί στις ιδιαίτερες ανάγκες τις οποίες θα κληθεί να αντιμετωπίσει είναι ακριβώς η προϋπόθεση για τη διασφάλιση της εφαρμογής του νόμου που τόσα χρόνια ζητά η συντριπτική πλειοψηφία φοιτητών και πολιτών.
Πέρα από τις αντιδράσεις της αντιπολίτευσης υπάρχουν και φωνές εντός της ΝΔ όπως ο πρώην βουλευτής και πρύτανης Θεόδωρος Φορτσάκης αλλά και ο ευρωβουλευτής του κόμματος Γιώργος Κύρτσος που αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό τις αποφάσεις αυτές. Μπορεί να έχουμε τα αντίθετα αποτελέσματα, όπως νέες εντάσεις μέσα στα πανεπιστήμια;
Οι μεταρρυθμίσεις που περιλαμβάνονται στο νομοσχέδιο για την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση ήταν βασικές δεσμεύσεις τόσο στο προεκλογικό πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας, όσο και προσωπικά του ίδιου του Κυριάκου Μητσοτάκη. Δεν ήταν μια απόφαση που πάρθηκε βεβιασμένα, αλλά μια κίνηση συνεπής προς τον πυρήνα των προγραμματικών δηλώσεων της Κυβέρνησης. Άλλωστε η μεταρρύθμιση αυτή αποτελεί ένα πάγιο αίτημα ολόκληρων γενιών φοιτητών και τυγχάνει ευρείας αποδοχής από ένα μεγάλο μέρος των πολιτών, παλιών και νέων φοιτητών ανεξαρτήτως ηλικίας και πολιτικής τοποθέτησης.
Όσο για το αν κινδυνεύουμε να έχουμε τα αντίθετα αποτελέσματα, η απάντηση είναι ξεκάθαρα όχι. Οι αντιδράσεις είναι αναμενόμενες όταν ξεβολεύεται ένα σύστημα. Ένα κατεστημένο βίας που χάνει την ασυλία του στην παραβατικότητα θα παίξει όλα του τα χαρτιά για να προσπαθήσει να επιβιώσει. Ευτυχώς, είναι τόσο ξεπερασμένο και αποδομημένο στα μάτια των πολιτών που – πέρα από παράνομες – αυτές οι ενέργειες αποδεικνύονται καθημερινά βλαπτικές, ανεπίκαιρες και εκτός κοινωνίας.
Τι απαντάτε σε αυτούς που υποστηρίζουν ότι η κυβέρνηση τους αναγκάζει να διαδηλώνουν εν μέσω πανδημίας καθώς από την στιγμή που εκείνη νομοθετεί δεν γίνεται να απαγορευτεί σε εκείνους να αντιδρούν; Θα μπορούσε να καθυστερήσει η κατάθεση του νομοσχεδίου;
Να ξεκαθαρίσουμε πριν απ’ όλα ότι αυτοί που διαδηλώνουν στο μεγαλύτερο ποσοστό τους δεν είναι ενεργοί φοιτητές και δεν εκπροσωπούν κανέναν παρά την κομματική τους γραμμή. Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι ούτε ένας στους πέντε συλλόγους δεν έλαβε αποφάσεις για κινητοποιήσεις. Υπάρχει όμως και κάτι ακόμα: είναι εύλογο κάθε μεταρρύθμιση να προκαλεί αντιδράσεις. Τι μας προτείνουν όσοι προβάλλουν αυτό το επιχείρημα; Να μείνει η χώρα στάσιμη μέχρι να τελειώσει η πανδημία; Ή να νομοθετεί η Κυβέρνηση σύμφωνα με τις επιθυμίες μιας μειοψηφίας επειδή εκβιάζουν την κοινωνία με συγκεντρώσεις που επιδεινώνουν την επιδημιολογική κατάσταση της χώρας; Αύριο θα είναι οι ίδιοι που θα φωνάζουν για τις ΜΕΘ που γεμίζουν και τα νοσοκομεία που πιέζονται.
Το μόνο πράγμα που ακούμε από την αντιπολίτευση και τα δεκανίκια της είναι ένα αέναο, στείρο «όχι»: έχουν αρνηθεί να συμμετάσχουν σε οποιοδήποτε διάλογο, να καταθέσουν οποιαδήποτε πρόταση και το μοναδικό που έκαναν είναι να παίζουν τα μικροπολιτικά τους παιχνίδια σε βάρος της δημόσιας υγείας και της ζωής των Ελλήνων. Όσοι υποκινούν αυτές τις συγκεντρώσεις δεν εκφράζουν ούτε τους φοιτητές ούτε την κοινωνία. Και επιπλέον θέτουν σε κίνδυνο τους ίδιους αλλά και την ισορροπία στην επιδημιολογική καμπύλη, που με κόπο και θυσίες οι Έλληνες πολίτες προσπαθούν να διατηρήσουν.
Όταν στελέχη της ΟΝΝΕΔ υποστηρίζουν ότι υπάρχουν άβατα εντός των πανεπιστημίων, η απάντηση της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι ότι πρώτη δύναμη εδώ και πολλά χρόνια είναι η Δ.Α.Π. Έχετε ευθύνες για την κατάσταση που επικρατεί;
Απολύτως καμία ευθύνη. Οι φοιτητές, είτε είναι μέλη της ΔΑΠ- ΝΔΦΚ είτε όχι, δεν έχουν καμία αρμοδιότητα να επιβάλλουν την τήρηση του νόμου, δεν είναι ούτε αστυνομικοί ούτε εισαγγελικές αρχές. Η ΔΑΠ-ΝΔΦΚ είναι πρώτη δύναμη όλα αυτά τα χρόνια μέσα στα Πανεπιστήμια ακριβώς γιατί μάχεται ανάλογα με τις δυνάμεις και τις αρμοδιότητές της για την επαναφορά της νομιμότητας, για να σταματήσουν παραβατικοί να χρησιμοποιούν σαν ορμητήριο παράνομων ενεργειών τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα.
Θεωρείτε δίκαιο τα πτυχία που προέρχονται από ιδιωτικά κολλέγια να έχουν ίση αξία με τα πτυχία από τα δημόσια τριτοβάθμια ιδρύματα;
Κατ’ αρχάς δεν τίθεται θέμα εξομοίωσης των πτυχίων ιδιωτικών κολλεγίων και των δημόσιων πανεπιστημίων. Η χώρα μας απλώς εναρμονίστηκε, ως όφειλε, με την ευρωπαϊκή οδηγία για τη μη τήρηση της οποίας, η χώρα μας ελέγχεται σε διεθνές επίπεδο και έχουν ήδη γίνει σχετικές προσφυγές. Δε μιλάμε για εξίσωση τίτλων σπουδών, αλλά για αναγνώριση επαγγελματικών δικαιωμάτων πτυχιούχων.
Η συγκεκριμένη ρύθμιση ίσχυε και επί των ημερών της προηγούμενης κυβέρνησης, ωστόσο καταργήθηκε λίγους μήνες πριν τις εκλογές του 2019 σε μια προφανή προσπάθεια να ναρκοθετηθεί το έργο της παρούσας κυβέρνησης με την επαναφορά της, ενώ ταυτόχρονα οι ίδιοι καθυστερούν σκοπίμως την αναθεώρηση του άρθρου 16 που θα επέτρεπε την ίδρυση πιστοποιημένων ιδιωτικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.
Ποιο το νόημα της διαγραφής των αιώνιων φοιτητών; Γιατί δεν ψάχνουμε πρώτα κίνητρα για να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους και καταφεύγουμε σε αυτή την λύση;
Τα Πανεπιστήμια δεν μπορούν πλέον να υποστηρίζουν ένα ξεπερασμένο μοντέλο και να επιβαρύνονται με φοιτητές οι οποίοι είτε δεν έχουν πρόθεση να ολοκληρώσουν ποτέ τις σπουδές τους, είτε απλώς γράφτηκαν σε μια σχολή και δεν εμφανίστηκαν ποτέ. Όλες αυτές οι περιπτώσεις πρέπει να διαχωριστούν από εκείνους τους φοιτητές που συναντούν αντικειμενικές δυσκολίες στην ολοκλήρωση των σπουδών τους και τέτοια μέριμνα υφίσταται στο νομοσχέδιο. Δεν μπορούμε να αντιμετωπίζουμε με όμοιο τρόπο τον αδιάφορο από τον φιλότιμο – είναι πρωτίστως άδικο για τον δεύτερο.
Ο τρόπος με τον οποίο θα πραγματοποιείται πλέον η αξιολόγηση των πανεπιστημίων θα βοηθήσει την αναβάθμιση του επιπέδου σπουδών και την πραγματική αξιοποίηση των δυνατοτήτων των φοιτητών αλλά και του διδακτικού προσωπικού. Άλλωστε, με το νέο νομοσχέδιο υπάρχουν κι άλλες δικλείδες ασφαλείας όπως ο νέος τρόπος συμπλήρωσης των μηχανογραφικών σε δύο φάσεις, προκειμένου να μπορούν οι υποψήφιοι να επιλέγουν με καλύτερο τρόπο τη σχολή στην οποία επιθυμούν να φοιτήσουν σύμφωνα με τις ιδιαίτερες ικανότητες και δεξιότητές τους.