Συνέντευξη στην εφημερίδα Απογευματινή της Κυριακής με τη δημοσιογράφο Πένυ Αβραμίδη
Κύριε Υπουργέ σας προβληματίζει το γεγονός ότι παρά τα μέτρα που έχει λάβει η κυβέρνηση για την αντιμετώπιση της ακρίβειας, εξακολουθεί να παραμένει το υπ αριθμόν ένα πρόβλημα των πολιτών; Γιατί, παρότι οι γενικοί δείκτες είναι θετικοί, μεγάλη μερίδα των πολιτών δυσκολεύεται. Πώς θα αισθανθούν στο πορτοφόλι τους οι πολίτες τη θετική πορεία που καταγράφει η εθνική οικονομία;
Είναι γεγονός ότι η αντιμετώπιση της ακρίβειας αποτελεί τον υπ’ αριθμόν ένα στόχο της κυβέρνησης, η οποία έχει προχωρήσει σε πολλές παρεμβάσεις για να αναχαιτίσει τις επιπτώσεις της.
Είναι, επίσης, γεγονός, ότι ακολουθούμε με συνέπεια μια αποτελεσματική πολιτική. Οι μειώσεις φόρων, οι αυξήσεις μισθών, έχουν οδηγήσει την Ελλάδα -παρότι ακόμα χαμηλά και ως προς το διαθέσιμο εισόδημα – να είναι η πρώτη χώρα σε ρυθμούς αύξησης του κατά κεφαλήν ΑΕΠ και μείωσης της ανεργίας. Μάλιστα, όπως κατέδειξε η έκθεση του ΟΟΣΑ, ο ρυθμός αύξησης των μισθών στη χώρα μας ξεπέρασε τον ρυθμό των ανατιμήσεων κατά τη διάρκεια μίας πενταετίας που χαρακτηρίστηκε από αλλεπάλληλες εξωγενείς κρίσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι από το τελευταίο τρίμηνο του 2019 ως στα μέσα του 2024, οι πραγματικοί μισθοί στην Ελλάδα, συνυπολογίζοντας και την επίδραση του πληθωρισμού, αυξήθηκαν κατά σχεδόν 3,25%, τη στιγμή που ο μέσος όρος των 37 μελών του ΟΟΣΑ μετρήθηκε οριακά πάνω από το 3%. Και ενώ στην Ελλάδα έχουμε αυτά τα αποτελέσματα, ισχυρές παγκόσμιες οικονομίες, όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Ιαπωνία και η Φινλανδία, κατέγραψαν αρνητικό πρόσημο στην πορεία του πραγματικού μισθού. Με απλά λόγια, οι αυξήσεις αυτά τα 5,5 χρόνια κινήθηκαν στο 25% – 28%, όταν σωρευτικά ο πληθωρισμός είναι από 15% ως 16%.
Επιπλέον, χάρη στις πολιτικές που ακολουθήσαμε, δημιουργήθηκαν 500.000 νέες θέσεις εργασίας και μάλιστα πιο καλοπληρωμένες, η ανεργία έπεσε στο 9% στο τρίτο τρίμηνο του έτους, στο χαμηλότερο -μονοψήφιο- ποσοστό ανεργίας από το 2009.
Παράλληλα, αυξήσαμε τον κατώτατο μισθό κατά 28%, από 650€, στα 830 και θα τον αυξήσουμε στα 950€ το 2027, τηρώντας την προεκλογική μας δέσμευση. Μάλιστα, θα απαγορεύεται με το νόμο που περάσαμε η μείωσή του. Οι αποδοχές των εργαζομένων δηλαδή θα μπορούν μόνο να αυξάνονται. Συνακόλουθα αυξήθηκε ο μέσος μισθός κατά 21%. Σας θυμίζω ότι όταν αναλάβαμε ο μέσος μισθός ήταν 1.046 ευρώ, τον έχουμε πάει, ήδη, στα 1.300 και θα φτάσει στα 1.500.
Ακόμη, στηρίζουμε έμπρακτα, σταδιακά και χωρίς να υποθηκεύουμε το μέλλον των επόμενων γενεών τη μεσαία τάξη, επιστρέφοντας όσα στερήθηκε τα προηγούμενα χρόνια. Μειώσαμε πάνω 60 φόρους σε 5,5 χρόνια και από 1/1/2025 θα εφαρμοστούν 12 επιπλέον μειωμένοι φόροι αλλά και 12 ακόμη παρεμβάσεις για την ενίσχυση των εισοδημάτων με στόχο οι αυξήσεις στα εισοδήματα των πολιτών να είναι μεγαλύτερες από τις αυξήσεις τιμών, ειδικά τώρα που ο πληθωρισμός βαίνει μειούμενος.
Η μάχη απέναντι στο μεγαλύτερο κύμα ακρίβειας που έχει πλήξει τη χώρα λόγω των πρωτοφανών εξωγενών παραγόντων, είναι διαρκής. Αλλά εκτός από τη βασική μας πολιτική στόχευση που είναι η συνεχής αύξηση των εισοδημάτων, διενεργούνται συνεχείς έλεγχοι στην αγορά, επιβάλλονται πρόστιμα και γίνονται στοχευμένες παρεμβάσεις οι οποίες σταδιακά αποδίδουν. Όπως κατέδειξε και το ΙΕΛΚΑ, το Νοέμβριο οι τιμές στα ράφια των σουπερμάρκετ ήταν μειωμένες κατά 0,72%.
Δικαιολογημένα οι πολίτες στις έρευνες αποτυπώνουν την έντονη δυσκολία που περνούν λόγω του αυξημένου κόστους ζωής.
Είμαστε οι πρώτοι που αναγνωρίζουμε ότι, παρά τα θετικά σημάδια, η ακρίβεια ανθίσταται και έχουμε πολύ δρόμο ακόμη. Όμως το σημαντικό είναι ότι η πολιτική που ακολουθούμε φέρνει αποτελέσματα. Είμαστε στα μισά ενός ανηφορικού δρόμου αλλά θα τον διανύσουμε με επιτυχία.
Πάμε τώρα στους λογαριασμούς του ηλεκτρικού, πως θα στηρίξει το κράτος τους καταναλωτές απέναντι στις αυξήσεις;
Στο ενεργειακό σκέλος, η ελληνική κυβέρνηση έχει παράσχει την μεγαλύτερη στήριξη από οποιαδήποτε άλλη χώρα, συναρτήσει του ΑΕΠ της. Έχουν δοθεί πάνω από 11 δισ. συνολικά σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις για να μην πληρώνουν οι καταναλωτές, μεγάλους λογαριασμούς, λόγω της ενεργειακής κρίσης. Επιπλέον, η Ελλάδα είναι σταθερά κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στις τιμές λιανικής και αυτό το μήνα. Όποιον μήνα απαιτείται, το κράτος επιδοτεί τους καταναλωτές προσφέροντας ανάχωμα στις αυξημένες τιμές. Εντούτοις, η μεγάλη μάχη στο θέμα αυτό δίνεται -με πρωταγωνιστή τον Κυριάκο Μητσοτάκη – στην Ευρώπη. Είναι επιτακτική η ανάγκη να σταματήσει αυτή η πρωτοφανής στρέβλωση που υπάρχει στις τιμές χονδρικής, όπου οι χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης πληρώνουν αναντίστοιχα υψηλά ποσά λόγω προβληματικής διασύνδεσης.
Σχετικά με το αίτημα της Ελλάδας για την επανένωση των Γλυπτών, η βρετανική κυβέρνηση λέει ότι δεν θα σταθεί εμπόδιο σε πιθανή συμφωνία της Ελλάδας με το Βρετανικό Μουσείο, ενώ ο διεθνής Τύπος αναφέρει ότι αυτή η συμφωνία είναι πολύ κοντά. Σε τι στάδιο βρίσκονται οι διαπραγματεύσεις και υπό ποιες προϋποθέσεις θα μπορέσει να ευοδωθεί η συμφωνία;
Είναι ακόμη νωρίς για πανηγυρισμούς. Ας περιμένουμε να εξελιχθούν οι διμερείς διαπραγματεύσεις με το βρετανικό μουσείο. Η συνάντηση Μητσοτάκη-Στάρμερ πήγε καλά και αποτυπώθηκε στη σημαντική διαβεβαίωση από τον Βρετανό Πρωθυπουργό ότι σε περίπτωση συμφωνίας, δεν θα σταθεί εμπόδιο η βρετανική Κυβέρνηση.
Οφείλω, όμως, να διαβεβαιώσω πως η Ελλάδα δεν θα απεμπολήσει κανένα δικαίωμα, ούτε πρόκειται να εκχωρήσει κάποια διεκδίκηση.
Τι σηματοδοτεί η συνάντηση του Πρωθυπουργού με τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ Νίκο Ανδρουλάκη;
Η εικόνα του Πρωθυπουργού με τον αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, είναι μια εικόνα κανονικότητας. Κερδήθηκε το στοίχημα του αυτονόητου, έστω και με καθυστέρηση.
Σε μια Δημοκρατία, Κυβέρνηση και αντιπολίτευση, ιδίως η αξιωματική καθώς πλέον ο κ. Ανδρουλάκης είναι ο τέταρτος τη τάξει θεσμικός παράγοντας, οφείλουν να βρουν σημεία συναίνεσης, να συζητούν με ειλικρίνεια και καλή διάθεση, μακριά από την τοξικότητα και το «όχι σε όλα» που τόσο ακριβά έχουμε πληρώσει ως χώρα. Ιδίως σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς που διανύουμε στη γειτονιά μας, αλλά και διεθνώς.
Εμείς επιδιώκουμε, προφανώς, την προγραμματική αντιπαράθεση, γιατί θέλουμε, μέχρι τις εκλογές, οι πολίτες να ξέρουν ποιες είναι οι πολιτικές που εφαρμόζουμε και, αντιστοίχως, ποια είναι και πόσο κοστίζει η αντιπρόταση της αντιπολίτευσης.
Σε αυτό το γήπεδο ελπίζουμε να γίνει το «παιχνίδι» τα επόμενα χρόνια για να είμαστε όλοι κερδισμένοι: Κόμματα, πολίτες και κυρίως η χώρα.