Άρθρο στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ»
Μέσα σε τρία χρόνια η Ελλάδα έχει αλλάξει πρόσωπο. Είναι μια χώρα η οποία μέσα στη δίνη παγκόσμιων αλλεπάλληλων κρίσεων κατάφερε να σταθεροποιήσει την οικονομία της, έχοντας τη μεγαλύτερη αύξηση του ΑΕΠ μετά το 2011, να μειώσει πάνω από 50 φορολογικούς συντελεστές, να σημειώσει τη μεγαλύτερη μείωση του δημόσιου χρέους της σε σχέση με το ποσοστό του ΑΕΠ στην Ευρωζώνη και να μειώσει την ανεργία κατά σχεδόν 7 μονάδες.
Είναι η χώρα που μέσα στη δυσκολότερη περίοδο για τον πλανήτη, εν καιρώ ειρήνης, κατάφερε να δημιουργήσει ένα σύγχρονο ψηφιακό κράτος με πάνω από 1450 υπηρεσίες που καθημερινά διευκολύνουν τις συναλλαγές των πολιτών με το δημόσιο, που στελέχωσε την υγεία και την παιδεία με δεκάδες χιλιάδες προσλήψεις μόνιμου και επικουρικού προσωπικού και κατάφερε να προσελκύσει επενδύσεις από μεγάλες εταιρείες όπως η Microsoft, η Amazon, η Google που δημιουργούν χιλιάδες θέσεις εργασίας.
Όλες αυτές οι επιτυχίες ήρθαν ως αποτέλεσμα ενός δομημένου και ολοκληρωμένου προγράμματος, ενός ολιστικού σχεδίου από την Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και του Κυριάκου Μητσοτάκη, που έχει στο κέντρο του τη βελτίωση της καθημερινότητας και της ζωής των πολιτών.
Στον αντίποδα όλων αυτών υπάρχει μια αντιπολίτευση η οποία πολιτεύεται χωρίς επιχειρήματα και προτάσεις, με κούφια συνθήματα, υιοθετώντας πολλές φορές την τουρκική προπαγάνδα, κρατώντας ίσες αποστάσεις για την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, διασπείροντας fake news ακόμη και για θανάτους συνανθρώπων μας.
Ο τελικός κριτής είναι ο Ελληνικός λαός. Το κρίσιμο ερώτημα των επερχόμενων εκλογών είναι αν οι πολίτες θέλουν τη χώρα να συνεχίσει να βρίσκεται σε τροχιά ανάπτυξης και σταθερότητας. Αν θέλουν μια κυβέρνηση που μπορεί να τους στηρίξει στα δύσκολα και όχι να «ρίχνει το πλοίο στα βράχια». Αν θέλουν μια Κυβέρνηση που μέσα από ισχυρές συμμαχίες, συγκλίσεις και ευρύτερες συναινέσεις να καταφέρει να πάει τη χώρα μπροστά.
Η αντιπαραβολή της σημερινής Κυβέρνησης, μιας Κυβέρνησης που πετυχαίνει σημαντικά βήματα προόδου και φέρνει μετρήσιμα αποτελέσματα σε σχέση με μια αντιπολίτευση που επενδύει στην αποτυχία όχι της κυβέρνησης αλλά της χώρας καθιστά την αυτοδυναμία της Νέας Δημοκρατίας, μονόδρομο για την Ελλάδα και τους Έλληνες.
Δεν θέλουμε να φανταστούμε σε μια ενδεχόμενη επόμενη διαχείριση κρίσης να πρέπει να περιμένουμε οι πιθανοί εταίροι της «προοδευτικής Διακυβέρνησης» να μαζευτούν από πορείες χωρίς αιτήματα για να μας «σώσουν». Γι’ αυτό λοιπόν η «πολιτική τερατογένεση» για το ενδεχόμενο μιας κυβέρνησης συνεργασίας μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ- ΠΑΣΟΚ και ΜέΡΑ 25 είναι ένας καθ’ όλα επιεικής χαρακτηρισμός. Και κανείς δεν θα ήθελε να ζήσει αυτόν τον εφιάλτη.
