Συνέντευξη στην «AthensVoice»
Τι άλλαξε από τη μέρα που ανέλαβε τον ρόλο του κυβερνητικού εκπροσώπου
Το πρώτο συναίσθημα ήταν τεράστια τιμή, και για την εμπιστοσύνη του πρωθυπουργού στο πρόσωπό μου, μετά την εμπιστοσύνη που μου έδειξε ώστε να αναλάβω Γραμματέας στο κόμμα –ως ο νεότερος στην ιστορία– δύο χρόνια μετά να μου αναθέσει τόσο σημαντικά καθήκοντα. Κι επειδή ήρθε ακριβώς μετά από δύο εκλογικές διαδικασίες πολύ έντονες και δύσκολες, εκείνη τη στιγμή σίγουρα πέρασαν πολλά από το μυαλό μου. Θα τα καταφέρω; Θα φανώ αντάξιος αυτής της εμπιστοσύνης; Πόσο εύκολη θα είναι αυτή η μετάβαση; Είχα φτιάξει στο μυαλό μου μια εικόνα ώστε μόλις τελείωναν οι δύο εκλογικές διαδικασίες θα είχα λίγο παραπάνω χρόνο και με τη γυναίκα μου και για τη δουλειά μου στο δικηγορικό γραφείο, να ακολουθήσει μια μεταβατική περίοδος το καλοκαίρι, για να συνεχίσω με τα καθήκοντα του Γραμματέα του κόμματος. Οπότε ήταν ανάμεικτα τα συναισθήματα. Μεγάλη χαρά και ικανοποίηση για την τιμή αυτή, και πολλά ερωτηματικά, γιατί ήταν κάτι άγνωστο για μένα.
Σίγουρα μπορεί να έχεις μια εξοικείωση με μια συνέντευξη και τις πολλές παρουσίες σε πάνελ, σε ομιλίες, σε συζητήσεις, αλλά η θέση αυτή είναι κάτι άλλο, κάτι διαφορετικό. Καταρχάς πρέπει να προσαρμόσεις τη ζωή σου, το πρόγραμμά σου, τα πάντα σε αυτόν τον πολύ σημαντικό ρόλο. Να έχεις στο μυαλό σου ότι έχεις καθήκον να γνωρίζεις όσο το δυνατόν περισσότερα και να μιλάς όσο πιο κατανοητά, απλά –όχι απλοϊκά– για τους ανθρώπους. Να σκέφτεσαι ότι δεν εκπροσωπείς τον εαυτό σου, εκπροσωπείς τον πρωθυπουργό της χώρας και την κυβέρνηση, άρα κάθε λέξη που λες έχει ξεχωριστή σημασία και δεν έχεις τη δυνατότητα να αυτοσχεδιάζεις.
Από την άλλη όμως, επειδή νομίζω ότι ο κόσμος έχει κουραστεί πολύ –για να μην πω κάτι πιο βαρύ– με τον ξύλινο λόγο και τις αοριστολογίες, σημασία έχει να καταλαβαίνεις ότι αυτά που λες πρέπει να σχετίζονται με κάποιον τρόπο με αυτά που επηρεάζουν τις ζωές των άλλων. Κάθε βήμα της ζωής μου κάνει πιο στέρεα την άποψη ότι όλα χρειάζονται ένα μέτρο, είναι μια από τις πιο σημαντικές φράσεις και αποφθέγματα. Δεν πρέπει να πάμε ούτε στο ένα άκρο, να είμαστε δηλαδή αποστειρωμένοι και να ζυγίζουμε κάθε λέξη, γιατί κάποια στιγμή θα καταντήσουμε βαρετοί και δεν πρόκειται να λύσουμε κανένα πρόβλημα, ούτε στο άλλο άκρο, να λέμε δηλαδή αφιλτράριστα οτιδήποτε, χωρίς να το ψάξουμε ώστε να είμαστε σίγουροι ότι ισχύει 100%, με την απαραίτητη τεκμηρίωση φυσικά, και χωρίς να σκεφτούμε αν θα προσβάλουμε κάποιον άλλον. Άρα χρειάζεται ισορροπία.
Η «επετηρίδα» είναι μια λέξη που κρύβει μέσα της πολλή αδικία
Χρειαζόμαστε πολλά ακόμη για να πούμε ότι έχει γίνει ουσιαστική ανανέωση συνολικά στην πολιτική ζωή του τόπου, και είμαι από αυτούς που πιστεύουν πολύ ότι όλα είναι ένας κύκλος. Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι πρέπει να μιλήσουμε για θητείες, για να μην παρεξηγηθώ, αλλά νομίζω ότι όλα στη ζωή πρέπει να έχουν έναν χρονικό ορίζοντα. Γιατί, από ένα σημείο και μετά, κουράζεις. Δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα από την ανανέωση η οποία δεν συνοδεύεται από περιεχόμενο. Οδηγεί σε χειρότερα αποτελέσματα, από το να μην έχει γίνει καθόλου. Και τα είδαμε αυτά τα προηγούμενα χρόνια, κυρίως σε άλλους πολιτικούς χώρους, που ήρθαν για να φέρουν δήθεν το νέο, και είχαμε χειρότερα αποτελέσματα για τους νέους. Αυτό που έχω πάντα στο μυαλό μου είναι όλες οι συζητήσεις που κάναμε ως νεότεροι, με παράπονα για το ότι μας έχουν «στην απέξω», και λέγαμε ότι μας έχουν μόνο για χειροκροτητές. Κι έχω πει πάρα πολλές φορές ότι αν υπάρχει μια λέξη που σιχαίνομαι αυτή είναι η «επετηρίδα».
Θεωρώ ότι είναι μία λέξη που κρύβει μέσα της πολλή αδικία. Ότι θα έρθει και εσένα η σειρά σου. Προφανώς πρέπει να σέβεσαι, να μάθεις να περιμένεις και να υπομένεις, αλλά η επετηρίδα μόνο κακό έχει κάνει όπου έχει εφαρμοστεί. Αυτό που είχα πάντα στο μυαλό μου είναι να μη γίνω κι εγώ αντικείμενο σχολιασμού αυτών των οποίων σχολίαζα όταν ήμουν νεότερος. Να είμαι κι εγώ δηλαδή κάποιος που θα πούνε: «Είδες; Μπήκε. Τον έβαλε ο Μητσοτάκης νεότερο Γραμματέα και κυβερνητικό εκπρόσωπο, αλλά δεν βοήθησε κανέναν νέο άνθρωπο». Αυτό είναι κάτι που δεν θα ήθελα να ειπωθεί στο τέλος οποιασδήποτε θητείας μου. Έδωσα κι εγώ πολλές μάχες ούτως ώστε να μπούνε άνθρωποι νεότεροι, με ή χωρίς κομματικό παρελθόν στα ψηφοδέλτια της Νέας Δημοκρατίας, έδωσα μάχες να ανανεωθεί η πολιτική επιτροπή. Δεν υπήρχε βέβαια κάποιος που δεν το ήθελε αυτό, αλλά ήμουν αυτός ο οποίος ενοχλητικά και συνεχώς –και λογικό αφού ήμουν ο νεότερος σε αυτές τις συνθέσεις των ανθρώπων– εισηγούνταν στον πρωθυπουργό για τέτοια θέματα. Αλλά όσες μάχες και να έδινα, όσο διεκδικητικός και να ήμουν, δεν θα γινόταν τίποτα αν δεν υπήρχε ένας ουσιαστικά γενναιόδωρος άνθρωπος με τους νέους, μιλάω φυσικά για τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Η αποχή αντιμετωπίζεται με εργαλεία και με πολιτικές που εφάπτονται άμεσα στη ζωή των ανθρώπων
Αν παρατηρήσει κανείς, η μεγάλη αποχή άρχισε να εκδηλώνεται παράλληλα με την οικονομική κρίση στη χώρα. Άρα δεν χρειάζεται να ανακαλύψουμε τον τροχό. Νομίζω ότι ο βασικός λόγος αποχής είναι η φράση που πολλές φορές λέγεται στο δωμάτιο κάθε πολιτικής συζήτησης: «Τώρα τι να μας πουν και αυτοί, ποιος είναι καλύτερος ή χειρότερος; Εγώ ξέρω ότι για να κάνω οικογένεια και να μεγαλώσω ένα παιδί, χρειάζεται ένα θαύμα. Τώρα εγώ γιατί να πάω να ψηφίσω, όταν πρέπει να βγάλω τον μήνα με 700, 800 και 900 ευρώ;» Δεν νομίζω δηλαδή ότι η αποχή έχει τόσο πολύ πολιτικό χρώμα, προέρχεται από τον έναν πολιτικό χώρο ή τον άλλον. Η αποχή αντιμετωπίζεται για μένα με δύο τρόπους –γιατί πρέπει να μιλάμε πρακτικά, όχι μονάχα να διαπιστώνουμε ένα πρόβλημα–, ο πρώτος τρόπος είναι με εργαλεία.
Για παράδειγμα, η πρωτοβουλία του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης για την επιστολική ψήφο είναι μια ιστορικής σημασίας πρωτοβουλία για δύο λόγους: αρχικά γιατί χτυπά την αποχή στη βάση της με το να δίνει τη δυνατότητα στους ανθρώπους που εξ αντικειμένου δεν μπορούν να ψηφίσουν εκεί που είναι εγγεγραμμένοι, ανθρώπους οι οποίοι δουλεύουν ή σπουδάζουν οπουδήποτε, και φυσικά γιατί είναι ένα βαθιά κοινωνικό μέτρο. Ο δεύτερος τρόπος είναι οι πολιτικές που εφαρμόζεις. Να καταλάβει δηλαδή ο άλλος ότι, παρά την ακρίβεια, υπάρχουν παραπάνω εργαλεία για να την αντιμετωπίσει – παίρνει περισσότερα χρήματα, μπορεί να βρει ένα σπίτι, είτε μέσω κρατικών προγραμμάτων είτε λόγω των απολαβών του. Τότε, προφανώς, θα είναι ευκολότερο να ακούσει και τα άλλα πολύ σημαντικά που μπορούμε να κάνουμε, και να κρίνει, να συγκρίνει και να συμμετέχει.
Ποιες μεταρρυθμίσεις πρέπει να επιταχυνθούν
Τις χωρίζω σε τρεις βασικές υποκατηγορίες, βάσει του προγράμματός μας. Το πρώτο είναι να αυξάνονται συνεχώς τα εισοδήματα των πολιτών, όλες αυτές οι καλές ειδήσεις για την οικονομία να έχουν θετική επίδραση. Ο δεύτερος τομέας νομίζω έχει να κάνει με την αντιμετώπιση όλων των παθογενειών του χθες, να λύσουμε όλες αυτές τις εκκρεμότητες αψηφώντας το πολιτικό κόστος. Να κάνουμε καλύτερα νοσοκομεία, να μη φοβηθούμε να μιλήσουμε για σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, τις μεταρρυθμίσεις για το ΕΚΑΒ. Την Υγεία τη βάζω πρώτη σε αυτή την κατηγορία γιατί δεν μπορούν να ταλαιπωρούνται άνθρωποι οι οποίοι περνάνε μία τεράστια δοκιμασία. Δεν μπορεί να πηγαίνουν άνθρωποι με αναπηρία ξανά και ξανά για να πιστοποιήσουν την αναπηρία τους, συνεπώς τα ψηφιακά ΚΕΠΑ ήταν μια αναγκαία τομή. Δεν μπορεί να βλέπουμε ανθρώπους στα φαρμακεία του ΕΟΠΥ να ταλαιπωρούνται. Το τρίτο έχει να κάνει με την τήρηση του νόμου. Δίνω ξεχωριστή σημασία σε αυτό. Είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι επιτέλους συζητάμε για πραγματικές ποινές φυλάκισης, για παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη όπου απλά θα εφαρμόζεται ο νόμος χωρίς παραθυράκια, αναστολές ή οτιδήποτε άλλο – το έχω βιώσει και ως δικηγόρος που ασχολείται με το ποινικό. Αν την πρώτη τετραετία βάλαμε τα θεμέλια, τις βάσεις για μια Ελλάδα σύγχρονη και πρωτοπόρα, τη δεύτερη τετραετία πρέπει να λύσουμε όλες τις εκκρεμότητες του χθες.
Πώς γνώρισα τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τι έχω μάθει δίπλα του
Τον Κυριάκο Μητσοτάκη τον γνώρισα τον Μάιο του 2012, τότε ήμουν νέος δικηγόρος –λίγο πριν πάρω την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος– και ασκούμενος. Είχαμε κάνει μία συγκέντρωση νέων δικηγόρων για να τον υποστηρίξουμε ως εκ νέου υποψήφιο βουλευτή στη Β΄ Αθηνών. Δεν μπορούσα να φανταστώ τι θα ακολουθούσε μετά από κάποια χρόνια. Αν μου έλεγε κανείς ότι θα βρισκόμουν στο πλευρό του, θα τον έβγαζα τρελό. Γιατί τότε προσπαθούσα κι εγώ να δω τι θα κάνω επαγγελματικά, πώς θα προχωρήσω, με απασχολούσαν άλλα πράγματα.
Ήταν εντυπωσιακά άμεσος. Έχω ξεχωρίσει κάποιες κουβέντες που μου έχει πει. Όταν ανέλαβα πρόεδρος της Νεολαίας, μου είπε: «Μη διανοηθείς ποτέ και αφήσεις τη δουλειά σου και την επαγγελματική σου ιδιότητα, γιατί η πολιτική είναι κάτι εφήμερο, μπορεί να κρατήσει πάρα πολλά χρόνια, αλλά δεν είναι τίποτα δεδομένο». Όπου κι αν έχει φτάσει, ακούει. Ακούει όλους τους συνεργάτες, από τον μεγαλύτερο, τον πιο έμπειρο, μέχρι τον νεότερο. Υπάρχουν πολλές φορές που σε σύσκεψη έχουν ενταχθεί παρατηρήσεις, επί μέρους σχόλια, διαφορετικές απόψεις – αυτό για μένα είναι καθημερινό σχολείο. Γιατί έχω υπάρξει πολλές φορές στη ζωή μου δογματικός. Πρόκειται για περίπτωση ανθρώπου που προφανώς όταν πάρει μία απόφαση θα την υποστηρίξει μέχρι τέλους, αλλά μέχρι να την πάρει ακούει. Διαφορετικές απόψεις, τεκμηρίωση, επιχειρήματα, ακόμα και ανθρώπων που είναι εντελώς απέναντί μας.
Το κόστος του λαϊκισμού για την Ελλάδα
Τον λαϊκισμό τον πλήρωσαν σχεδόν όλες οι χώρες της Ευρώπης, και όχι μόνο. Νομίζω, όμως, πως όσο ακριβά τον πλήρωσε η Ελλάδα δεν τον πλήρωσε καμία άλλη χώρα. Ίσως γιατί –πολύ κυνικά θα το πω– αυτοί οι οποίοι φώναζαν, έκαναν πορείες, σιγόνταραν αυτούς που έκαιγαν δημόσιες περιουσίες και έκλειναν πανεπιστήμια, δεν είχαν κυβερνήσει ποτέ. Είχαν εν μέρει κυβερνήσει. Και έπρεπε ο κόσμος να καταλάβει την υποκρισία τους και ότι δεν είχαν καμία σχέση αυτά που έλεγαν με αυτά τα οποία έκαναν. Κάποιες φορές βέβαια έκαναν αυτά που έλεγαν, απλά δεν τα καταλάβαινε τόσο ο κόσμος γιατί τα παρουσίαζαν με ένα φίλτρο ωραιοποίησης. Φτάσαμε στο σημείο, λοιπόν, να βρεθούμε στο χείλος του γκρεμού, λίγο πριν την καταστροφή, ενδεχομένως να την είδαμε κιόλας και ας μη βιώσαμε τα αποτελέσματά της. H Ελλάδα στάθηκε κάτι παραπάνω από ουραγός για την Ευρώπη. Ήταν οριακά εντός Ευρώπης. Είχαμε φτάσει στο σημείο να γίνονται σύνοδοι κορυφής με αποκλειστικό θέμα την Ελλάδα – και όχι για καλό λόγο.
Τα αίτια ποικίλλουν, σίγουρα κανείς μας δεν είναι άμοιρος ευθυνών, δεν είναι ότι ξαφνικά εμφανίστηκε ένα κόμμα, ένας χώρος ή ευρύτερα το μέτωπο του λαϊκισμού μετά το 2010. Προφανώς κάποιες πολιτικές, αστοχίες, καθυστερήσεις, το γεγονός ότι ανεχτήκαμε, για παράδειγμα, να καίγεται η Αθήνα επειδή έγινε ένα τραγικό, απαράδεκτο, καταδικαστέο γεγονός, μια δολοφονίας ενός νέου παιδιού, αλλά εμείς επιτρέπαμε να καίγεται η Αθήνα. Δεν ήμασταν όσο αποτελεσματικοί έπρεπε στην εφαρμογή του νόμου σε πάρα πολλές περιόδους. Η συζήτηση για το παρελθόν είναι σημαντική για να μην επαναληφθούν τα αρνητικά, αλλά πιο σημαντική είναι η συζήτηση για το παρόν και το μέλλον. Η Ελλάδα τώρα έχει αλλάξει πίστα. Είναι η χώρα με τους μεγαλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρώπη, έχει δημιουργήσει 400.000 θέσεις εργασίας σε 4 δύσκολα χρόνια εισαγόμενων κρίσεων, θέσεις που έχουν κατά μέσο όρο μεγαλύτερο μισθό, γιατί δεν αρκεί μόνο να δημιουργείς θέσεις εργασίας.
Η εικόνα των σημερινών πανεπιστημίων στην Ελλάδα
Για μένα τα πανεπιστήμια, ειδικά τα δημόσια, και τα δημόσια σχολεία –επειδή είμαι απόφοιτος δημοσίου σχολείου και πανεπιστημίου– είναι από τα πιο σημαντικά θέματα. Προφανώς η εικόνα έχει βελτιωθεί, αλλά αν σας έλεγα ότι με ικανοποιεί θα έλεγα ψέματα. Και δεν είναι μία εικόνα· υπάρχουν πανεπιστήμια (όπως αυτό από το οποίο αποφοίτησα αλλά και η συντριπτική πλειοψηφία των πανεπιστημίων της ελληνικής περιφέρειας) που είναι σε πολύ καλή κατάσταση, πολύ πιο ασφαλή και με εύρυθμη λειτουργία, υπάρχουν όμως και πανεπιστήμια στα οποία πρέπει ακόμα να γίνουν πολλά βήματα, κυρίως σε επίπεδο ασφάλειας και απομόνωσης των παραβατικών, οι οποίοι δεν έχουν κατά κανόνα καμία σχέση με τη φοιτητική κοινότητα. Γίνονται βήματα που δεν έγιναν για δεκαετίες στον χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, αλλά χρειάζεται να γίνουν, και είμαι βέβαιος και αισιόδοξος γι’ αυτό, πολλά ακόμα.
Η στιγμή που με καθόρισε στην πολιτική
Ήταν το καλοκαίρι του 2015, όταν καθόμασταν με τη μέλλουσα γυναίκα μου και τους πολύ στενούς μου φίλους και σκεφτόμασταν αν θα μέναμε στην Ελλάδα, αν θα φεύγαμε από το γραφείο που ήμασταν, γενικότερα τι θα κάνουμε. Νομίζω ότι οι στιγμές οι οποίες σε καθορίζουν όταν ασχολείσαι με την πολιτική, είναι οι στιγμές που κάποιοι άλλοι έλαβαν πολιτικές αποφάσεις και πώς αυτές επέδρασαν στη ζωή σου. Γι’ αυτό και θεωρώ ότι στην πολιτική χρειάζονται όλο και περισσότεροι άνθρωποι οι οποίοι έχουν επαγγελματική ιδιότητα, πορεία και σταδιοδρομία. Δηλαδή όσο γίνεται λιγότεροι ανεπάγγελτοι σε όλους τους πολιτικούς χώρους.
Το feeling του μπαμπά
Νομίζω αυτό που ισχύει για μένα και για τη γυναίκα μου, και για όλους τους γονείς: υπάρχει ζωή μέχρι την ημέρα που σου ανακοινώνουν και βλέπεις τη γέννηση του παιδιού σου, του γιου μας συγκεκριμένα, και η ζωή σου, η ζωή μας, ως ζευγάρι, από τη στιγμή εκείνη και μετά. Είναι διαιρετική τομή του χρόνου της ζωής. Αλλάζουν όλα ως προς το τι είναι σημαντικό και τι δεν είναι, τα προσαρμόζεις όλα στην οικογένειά σου. Δηλαδή να πάει καλά η δουλειά για να πάμε καλά όλοι και να έχουμε αυτά που χρειαζόμαστε, να προχωρήσω ώστε να μπορέσω να αφήσω πιο μεγάλη παρακαταθήκη στο παιδί μου, να βρω χρόνο να γυρίσω νωρίτερα – ειδικά τους πρώτους μήνες που είναι πολύ δύσκολοι, όλα τα προσαρμόζεις στην άφιξη του παιδιού σου. Όταν κράτησα τον μπέμπη στην αγκαλιά μου ήταν το πιο έντονο συναίσθημα της ζωής μου, δεν μπορούσα να κρατήσω τα δάκρυά μου, δάκρυα χαράς, είχα μόλις μάθει ότι είναι όλα καλά και περίμενα να δω και τη γυναίκα μου. Είναι στιγμές που μόνο αν τις ζήσεις μπορείς να καταλάβεις ότι δεν συγκρίνονται με καμία άλλη στιγμή της ζωής σου.
Η καθημερινότητα μετά το Μέγαρο Μαξίμου
Μέχρι τις 2 Νοεμβρίου, η καθημερινότητα είχε διάφορα, όπως να πηγαίνω για φαγητό με τη γυναίκα μου, με φίλους, κάποιες περιορισμένες αλλά σημαντικές για την καθημερινότητα εξόδους, γήπεδο –κυρίως μπάσκετ αλλά και ποδόσφαιρο, στον Ολυμπιακό–, να βλέπω το βράδυ όσο μπορώ αγώνες. Υπήρχαν διάφορα που κάνουν οι άνθρωποι στον ελεύθερο χρόνο τους, και όσο γίνεται μακριά από τη λογική της πολιτικής, για αποφόρτιση, γιατί πρέπει να συζητάς και άλλα πράγματα στη ζωή σου και να μην είσαι μονότονος. Από τις 3 Νοεμβρίου και μετά, όταν δεν ασχολούμαι με την πολιτική ή με τη δουλειά μου, ασχολούμαι με την οικογένειά μου. Με περιμένουν και με το που γυρίζω σπίτι, προσπαθώ να αναλάβω όσο γίνεται περισσότερα καθήκοντα. Να κάνουμε το μπάνιο μαζί, να τον κρατήσω εγώ μέχρι να κοιμηθεί, τις όποιες ώρες κοιμάται το βράδυ, γιατί ακόμα είμαστε πολύ μικροί. Και το Σαββατοκύριακο, πέρα από κάποια σημαντικά ραντεβού που μπορεί να έχουμε, προσπαθώ να μην μπει τίποτα στο πρόγραμμα ούτως ώστε να είμαι με το παιδί μου.