Άρθρο μου στην εφημερίδα Ελεύθερος Τύπος 8.12.2019
Το μέλλον μιας χώρας δομείται πάνω στο εκπαιδευτικό της σύστημα και στους πολίτες που αυτό παραδίδει στην κοινωνία. Στην εθνική προσπάθεια για την ανάταξη της Ελλάδας, θεμέλιος λίθος οφείλει να είναι η Παιδεία.
Όταν τα σχολεία μας βασίζουν την εκπαιδευτική λειτουργία σε ξεπερασμένες πρακτικές και η εισαγωγή σε κάποιο Πανεπιστήμιο δεν αποτελεί στόχο αλλά αυτοσκοπό είναι προφανές ότι η Παιδεία διέρχεται μία σοβαρότατη κρίση.
Πριν από λίγες μέρες η ανάλυση των αποτελεσμάτων του προγράμματος αξιολόγησης PISA του ΟΟΣΑ, φανέρωσε την αναποτελεσματικότητα των ελληνικών σχολείων και τη στασιμότητα των επιδόσεων των μαθητών. Η μέση επίδοση των Ελλήνων μαθητών είναι κάτω από τη βάση σε όλα τα γνωστικά αντικείμενα σε αντίθεση με χώρες όπως η Κίνα, η Σιγκαπούρη ακόμα κι η Εσθονία που βρίσκονται στις πρώτες θέσεις της κατάταξης. Φαίνεται πως ενώ οι μαθητές μας αντέχουν την ποσότητα υστερούν στην ποιότητα, που πρακτικά σημαίνει ότι ανεξάρτητα από όποια και όση ύλη αφομοιώνουν, αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις σύγχρονες προκλήσεις για τις οποίες χρειάζονται ένα καθολικό εκπαιδευτικό σύστημα και είναι αυτό στο σύνολό του που στη χώρα μας χρειάζεται εκ βάθρων αλλαγή.
Η βάση για μια σύγχρονη παιδεία βρίσκεται στους λειτουργούς της, κι έτσι η αξιολόγηση των καθηγητών έρχεται πρώτη στη λίστα των προτεραιοτήτων. Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να ελέγχονται για την παιδαγωγική τους επάρκεια και να επιδιώκεται η συνεχής επιμόρφωση τους όχι μόνο στα παραδοσιακά αντικείμενα διδασκαλίας αλλά και σε εναλλακτικά –εξίσου όμως ουσιώδη- όπως ο επαγγελματικός προσανατολισμός, οι ψηφιακές δεξιότητες η αγωγή της υγείας. Στην προσαρμογή των σχολείων στη σύγχρονη πραγματικότητα, η αξιολόγηση του διδακτικού προσωπικού αποτελεί νευραλγικό σημείο.
Το κομβικότερο ζήτημα στην αναδιάρθρωση της Παιδείας ωστόσο, αφορά τον εκσυγχρονισμό του προγράμματος σπουδών και σ’ αυτή την ανάγκη βασίστηκε η καμπάνια της ΟΝΝΕΔ «Το σχολείο που θες».
Από τον Έβρο μέχρι τη Γκράβα ανοίγουμε το διάλογο για τη δημιουργία μιας πρότασης που θέλει τους μαθητές ολοκληρωμένους ανθρώπους, που κατακτούν όχι απλά απομνημονεύουν τη γνώση.
Οι μαθητές ολοκληρώνοντας την υποχρεωτική τους εκπαίδευση πρέπει εκτός από τα «παραδοσιακά» αντικείμενα διδασκαλίας να αποκτήσουν μια βαθιά πολιτική συνείδηση βασισμένη στην ιστορία μας μέσα από βιωματικούς τρόπους εκμάθησης, να γνωρίζουν άριστα ξένες γλώσσες και να εξοικειωθούν τόσο με την ψηφιακή πραγματικότητα που καθημερινά αλλάζει στην κοινωνία, έχοντας παράλληλα αυξημένο το αίσθημα της κοινωνικής αλληλεγγύης, γνωρίζοντας την αξία του αθλητισμού, της οδικής ασφάλειας.
Είναι οι πολίτες με κοινωνική και πολιτική συνείδηση που έχει ανάγκη η κοινωνία μας, όχι η αδιάκοπη παραγωγή επιστημόνων. Αυτό για να το πετύχεις πρέπει να ξεκινήσεις από τη βάση της πυραμίδας και να προχωρήσεις προς την κορυφή. Για να φτάσουμε όμως στην κορυφή πρέπει να δημιουργήσουμε σχολεία πρώτης ταχύτητας, όπως ακριβώς και η κοινωνία στην οποία θέλουμε να ζούμε.